Σηκώθηκαν τα φεγγάρια κόκκινα
Και έσυραν τις σκιές απ’ τα κλαδιά, μαλλιά γυναίκας παρθένας
Αθώας που αφοσιώνεται ασύδοτα
το πρόσωπο της το ολόλευκο στη
νύχτα.
Τα μαλλιά της μαύρα και η φωνή της άπατη.
Ένα βάθος άγνωστο και αγνώριμο στην άμμο.
Έρχεται η θάλασσα κάτω απ’ το φεγγάρι αλλοπαρμένη
Να τη σπάσει τη φωνή της στα κύματα τα νυσταγμένα
Βογκάει το φεγγάρι και η άμμος γλιστράει ανάμεσα απ’ τα δάχτυλά της
Τα τριανταφυλλένια
Τα αγκαθόπλεκτα
Πότε θα μας φιλέψεις μια δίψα χρυσάφι;
Μιλούν οι μέρες οι πυρόξανθες που καθαιρούν τη μνήμη της την παιδική
Απόψε
Σ’ ένα κόκκινο φεγγάρι γεννιέται ο άνεμος
Ζηλεύει η νύχτα
Κι αφουγκράζονται τα πεφταστέρια μια σταλιά ουρανό
Που ματώνει μολύβι
στα παραθυρόφυλλα της καρδιάς σου της νέας και της ξένης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου