Σάββατο 3 Μαΐου 2014

Το χρέος



Ίσως κοιμάται ακόμη. Ίσως πέθανε. Δεν μπορούσε η αναπνοή να τον κρατήσει στο δρόμο και κάπως έγινε και όταν έφτασε χάθηκε στον ύπνο. Σε κάποιο όνειρο τον πήρε κάποιο τρένο και τον άφησε κάπου αλλού.

Τα φώτα σβηστά και το ρολόι ξεχασμένο. Και η θύμηση του καμία. Η αξία πιστεύω είναι τέτοια που κανείς δεν θα την άφηνε πίσω για μια γυναίκα. Αλλά δεν με αφορά αυτό. Όπως πιστεύω πως δεν θα έπρεπε να με αφορά και ο ίδιος. Αλλά η ανοησία του ανθρώπου καμιά φορά είναι απέραντα ακατανόητη.

Το ρολόι μένει. Κλείνω τα μάτια μου και σκέφτομαι πόσο κρυώνω. Τι βλάκας. Ποιος αφήνει το παράθυρο ανοιχτό με τέτοιο κρύο; Μα ακόμη περισσότερο, ποιος το δέχεται προκειμένου να σε έχει κοντά του. Ανόητη. 

Το ρολόι μένει και χτυπάει την ώρα κι εγώ ξεχνιέμαι κι ας είναι δικό του, χρέος ξεχασμένο να ορκίζεται με την αξία του την καθημερινή τα δυο του μάτια τα κίτρινα. Δε μ’ αρέσουν τα χρέη. Ειδικά εκείνα που βασίζονται σε συναισθηματικές ελαφρότητες. Αν δεν θέλω να γυρίσω δεν πρέπει τίποτε, τίποτε πραγματικό να με γυρνάει. Καμία αξία αριθμητική κανένα χρέος που χτυπάει τικ τακ την ώρα. Τρεις. Καμία ώρα δεν μου φτάνει. Ο ξύπνιος μακραίνει και μπλέκεται με τον ύπνο και όταν ξυπνώ, δεν ξέρω τι έζησα τι ζήσαμε και τι μένει ακόμη. Μα μου μένει ένας θυμός ανεξήγητος. Με τον εαυτό μου, που μου δίνεις αυτό που δεν αξίζω κι εγώ το δέχομαι. Με το πείσμα μου, πως το ρολόι είναι ασήμαντο  και το χρέος είναι συναισθηματικό και αφορά εσένα. Ανόητη. Μα μεγαλώνω, αυτό είναι το μόνο που δέχομαι για τον εαυτό μου. Αυτό κρατά μακριά την απογοήτευση. Πως είσαι κάτι προσωρινό κι εγώ το ξέρω και δοκιμάζω  την ελαφρότητα μου. Την αντοχή μου απέναντι σε δεσμούς λυτούς και ανούσιους. 

Τικ και Τακ. Δεκέμβριος και Ιανουάριος και Σήμερα και χθες το βράδυ και δυο αναπνοές που ξέχασαν να εμφανιστούν και σε σήκωσαν απ’ το κρεβάτι μου με χίλιες δικαιολογίες και χίλιες ματιές ανεξερεύνητες. Είναι χίλιοι οι άνθρωποι που γνώρισα σε σένα μα μεγαλώνω και αυτό κρατάει μακριά την απογοήτευση, πως μαθαίνω πώς είναι να παίρνεις αυτό που θέλεις απ’ του ανθρώπους και να θέλεις αυτό που παίρνεις. Και μαθαίνω πως είναι να ξεχωρίζεις αυτό που πρέπει, αυτό που θέλεις από αυτό που μπορείς. Και αυτό που ήρθε γιατί  ήταν εκεί από αυτό που κρατιέται από ένα ρολόι ξεχασμένο.

Μικρό το χρέος. Διήμερο. Έτσι πιστεύω πως μακριά δεν θα πάει και θα χωριστεί θα ξεχρεωθεί και θα μείνουν δυο άνθρωποι ύστερα ξοφλημένοι. Να μην χρωστούν πια ο έναν στον άλλο τίποτα μοναχά παρελθόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου