Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015

Σφραγίδα

Ψαχούλευα την ψυχή μου πάλι
σαν φτωχός
σαν άστεγος από ζωή
με βρήκα να χώνω τα δάχτυλά μου στις νύχτες που με φτάσαν οι σκέψεις.
Μύρισε κάποια μυρωδιά παλιά αφημένη σε 
κάποιο κρεβάτι σκεπασμένο από χρόνο,
από απόσταση ανθρώπινη, από εκείνη των ματιών
που μουδιάζει τον άνθρωπο
που κρατάει το σώμα να κοιτάζει τη  ζωή 
σαν χάρτη 
και να χάνεται στη φαντασίωση του χαρτιού, 
που τη βαστά ενωμένη.
Η σιωπή 
Χαρήστηκα γαλήνη και αναρωτήθηκα τότε
πώς βρέθηκα σαν από αγάπη, άνθρωπος
πως γεννήθηκα από θάλασσα, νερό που βρέχει τους κόκους 
και με βασταει η αμμουδιά μέσα του
ζωντανεμένη.

Σταμάτησα εκεί.
Ένιωθε η σκέψη εκείνη 
σαν να βρέθηκα στο μοναχό απάτητο σημείο του κορμιού του σύμπαντος.
Ήταν οι ώρες τέτοιες που δεν χώραγε ο νους μου άλλη αγάπη.
Έσπρωχναν τα νύχια τη σάρκα να πιαστεί ο έρωτας
απ' τ' ανοίγματα , τις πληγές της
μα ο έρωτας μ'αφησε μ'αναπνοή βαριά να τον κοιτώ
να στέκεται και να μετράει τα λόγια που ήθελα να πω 
και κράτησα.

Και ξανάρθε η νύχτα, και ξανάπε η ψυχή μου το έλα
το ακούμπα με
κι εγώ υπάκουος 
μεθυσμένος απ' τη βοή που κάνει ο έρωτας οταν τον αγκίζω
με το νου κατρακύλισα στα πόδια της άμμου
να με πνίξει το ρεύμα
μήπως και γεννηθώ ψάρι τελικά
μήπως και παρασυρθεί ο παράδεισος που ζει εντός μου 
και βγεί να σε ψάξει.

Στάση.
Μια παύση όλα. Μια παύση το ποίημα.
Μια παύση η ζωή.
Να δω πως γεννήθηκα ξένος απ'την αγάπη που με ζητάει 
στρατιώτη.
Αποστάτης 
απ' τη ζωή που με ζητάει παρόν.
έτσι μόνο μεγαλώνουν οι λυποτάκτες
μεσ'από στεριές ατέρμωνες άκρες να στριφογυρίζουν 
σ' έναν μόνιμο αλοπρόσαλο περίπατο
στον ήλιο.
Κι έτσι που με βρήκαν οι σκέψεις χωρισμένο με τη ζωή.
Δεν είχα παρά το  μολύβι που μου δωκε
σφραγίδα το θάνατο
μήπως μπορώ να ελπίσω.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου