Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

Together in London

The road roars
The wind paves the park
the patches of grass all surrounded by lives
Legs standing. Parks still.
the tube imminent.
the lives of others unfolding
scattered like pins in the swirl of humanity
of this city, made of roads that would take us to each other, all unknowns to more places to be alone together, between lives we know nothing and, at this very moment, everything about.
Solidarity finds me under the tree feasting on the breaking cars.
the traffic lights that change
The life that passes through me. Like a breeze. My eyes feast.
I hear the carriage coming like the sound of time
And I hold on the rail tight.
And we mind the gap
Between where we are and what is happy
Stand on the right
London.

What have you made of all of us?

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2016

Theory

We are a memory - a past urging to be relived. A ghost -we are- delusional about the realm of its existence.
We are a line of coke.
We are post-modernism. Post-respect.
A limbo,
a pleasurable aesthetic,
an anarchic parade's indifferent revolt.
We are an idea, the idea of disabled happiness,
the idea of futile joy, the absurd.
We my love, with laughter, with sterile devotion
are a theory in vain search of an application.

Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2016

Σκιές και Άνθρωποι

Μου είπες για τη μητέρα σου που χάθηκε και κοίταξα αλλού και κοίταξα κάτω και σ' ακουγα, μ' από κείνη τη στιγμή δεν έφτανε κανένα απ'τα λόγια σου τ'άλλα για να σε ξέρω.
Ήταν τέτοιο το κενό που μας έδενε που κάθε σου πρόταση ήλπιζα να τελειώσει με το "και έτσι έφυγε" και "ένιωσα μόνος" και "ήμουν τόσων χρονών" και "δεν με ήξερα", και "ίσως δεν με ήξερε ούτε κι εκείνη."
Σε κοιτούσα έτσι που στεκώσουν ολόκληρος στη μέση του δωματίου να μιλάς σαν να μαι δίπλα σου και αναρωτιόμουν από πότε γνωρίζω σκιές και νομίζω πως ξέρω τους ανθρώπους τους ίδιους. Σε άκουγα μέσα στις παύσεις ψάχνοντας να βρώ κάποια οικοιότητα με το μέσα σου το ξένο, σαν να την άξιζα, σαν να τη χρωστούσα
Στις μικρές αποστάσεις του δωματιου με πονούσε πως άντεξε να χωρέσει τόση απουσία. Υπέθεσα έτσι ξεκινούν οι διαδρομές, από μακριά. Κατακάθησε η νύχτα, καθυσηχάστηκα κι εγώ. Ανοιξα βήμα με το φορτίο του αγνωστου, (εσύ μιλούσες), με το φορίο του ξένου περπάτησα που ελπίζει ο δρόμος που τον οδηγεί να τον περάσει για δικό του.

Κάνε με τηλεσκόπιο.

Κάνε με τηλεσκόπιο. Γύρισε με, απο μέσα μου, να δεις το γαλαξία να μοιάζει δίπλα σου.
Αν αυτός ο κόσμος δεν σου φτάνει κανε με τηλεσκόπιο να σου δείξω τους δακτύλιους στους πλανήτες που κρατουν τα μάτια σου.
Είναι ελπίδα, τόση απόσταση που έχουν από το λίγο του εγώ, από το άσχημο του εδώ, αυτού του κόσμου. Το μακρια έχει χώρο να με γεμίσει με αστέρια
Ξέρεις τι κουβαλούν τ'αστέρια;
Γύρισε με, και είναι η φαντασία μου τηλεσκόπιο να σου δώσει το σύμπαν που χρειάζεσαι.

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2016

Ανωφέλειες

Οι αχοί στο ποταμι ακολουθούν τη φωνή των ματιών, των χεριών, το γουδί της σιωπής, στο κουπί της νύχτας, η άλλη όχθη ακίνητη γυμνωμένη, ο λογισμός των πλοίων που περνούν και η νύχτα αλόγιστη, αλώβητο κυνηγιέται στο κύμα το ακουστικό, το φως αμίλητο σε κοιτάζει πως με κοιτάς.

Θέλω να σε ξέρω.

"θέλω"
διψασμένο για μια αιχμή φεγγάρι χορευτική όπως ορκίζεσαι
στο μοναστήρι εκείνο της σκέψης
που γνωρίζει το τέλος και σε ζητάει
έτσι
κι αλλιως
ανηπάκουο.

Απομεινάρια

Μικρό μεθυσμένο δωμάτιο, παλμοί οι παγιδευμένοι, ανήσυχη σκόνη, το βιβλιο, λήθη, νιώθει τη μέθη, ένα σεντόνι τυλιγμένο στην ορμή, τα τσαλακώματα των χεριών σου, στο στήθος σου διαβάτης,
πιάσε με.
Άρχισες να μιλάς, γλώσσα που στροβιλίζεται των χειλιών, αδειασμένο μυαλό, στην μέση, από νύχτα, τελειώνει το φώς ανάμεσα μας, το ξέρεις, πρίν το τώρα το νωρίς, επιστροφές των δρόμων, το τέλος, το πρωί.
Απομεινάρια.

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2016

Ανώτατες Σχολές

Αγαπάω με κάποια ασυνέχεια , με κάποια ασυνέπεια, μέσα από την ανάγκη να κατανοηθώ και να κατανοήσω. Ένα τηλεσκόπιο, ένας φακός με όραση συνεσταλμένη βλέπω την αγάπη μια εκπαίδευση ολοκληρωμένη εαν δίνεσαι. Εαν καταλαβαίνεις. Γι' αυτό σου λέω.
Κι ας φύγεις, κι ας γινει εκείνη η φυγή αλύπητα κι ας μην εισαι ο πρώτος, κι ας είσαι μονάχα ώρες στο ρολόι. Δεν χρειάζονται χρόνια. Στιγμές χρειάζονται και εντυπώσεις. Μάθε μου. 

Διασταυρώσεις

Απόψε το βράδυ θέλω να θυμηθώ πώς είναι οι ,
πετρόχτιστοι οι κρυμμένοι οι σβηστοί 
οι δρόμοι όταν διπλώνουν,
πώς κατακαίγεται το μυαλό θέλω, στις διασταυρώσεις από τους ανθρώπους,
κι ας τίποτα μην γνωρίζουν για μένα, 
εκεί κατακτούνται οι ιδέες, τα λόγια που έλεγαν οι ανεπαίσθητες κινησεις του στόματος, 
οι βουβές οι κινήσεις του σώματος , θέλω
να δω πως κοιτούν όταν θυμώνεις, όταν γελάς, 
εμένα, τα δάχτυλα πως ακουμπούν το μέτωπο όταν αφήνεις να σε γεμίσει η στιγμή, 
θέλω τις αλήθειες που παρασκευάζεις τόσα χρόνια να προσπαθούν να με γραπώσουν, 
να μάθω πως θ'αλλάξουν τα μάτια σου πάνω μου, πώς θα μεγαλώσει το σώμα μου απ' τη μιλιά σου. 
Θέλω ξανά
σ'ένα παγκάκι χωρίς βροχή 
να υπάρχει για κάποιο βράδυ 
μόνο το θέλω ξενυχτισμένο.

Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2016

Rickety Press

Rickety press wears wooly clothes and smells of salami.
Rickety press wears dim lights on a Sunday night and sounds like cards raining on the floor, like James Hunt walking in a hospital, like blue eyes.
Rickety press makes the noises Sunday needs to cover the pulling of the tides revealing the shores of the finishing week. And in its withdrawal the dawn of memories that are rising like the yeast that makes the bread of people one carries in his tommorows . And it's only a room. And it’s only a universe. And it doesn’t know me.
And on a Sunday night how soothing that is.